Page 1 of 1

Αλεξάνδρα

Posted: Thu Sep 06, 2007 8:34 pm
by sandra
**Ρωσία, 2007. Σκηνοθεσία-σενάριο: Αλεξάντερ Σοκούροφ. Ηθοποιοί: Γκαλίνα Βισνέφσκαγια, Βασίλι Σέτβτσοφ. 90 λεπτά.

****Μια ηλικιωμένη γυναίκα επισκέπτεται τον (στρατιωτικό) εγγονό της σ' ένα στρατόπεδο στην Τσετσενία. Είναι μια άλλη ματιά πάνω στον πόλεμο στην Τσετσενία, βουβή, εικαστικά έξοχη, κραυγή ανθρωπιάς αλλά και συμφιλίωσης από τον Σοκούροφ.

Σε αντίθεση με τις ιστορικές προσωπικότητες των Χίτλερ, Λένιν και Χιροχίτο στην τριλογία «Μολώχ», «Ταύρος» και «Ο ήλιος» -προσωπικότητες που διαμόρφωσαν την ιστορία του 20ού αιώνα- η Αλεξάνδρα, η Ρωσίδα γιαγιά του τίτλου της ταινίας του Σοκούροφ, είναι μια απλή, ανώνυμη γυναίκα, που, αν και η παρουσία της δεν δείχνει να έχει κάποια συγκεκριμένη επίδραση στην εξέλιξη της παγκόσμιας Ιστορίας, αποτελεί, αντίθετα, μια γυναίκα-σύμβολο, της οποίας το πέρασμα μέσα από έναν κατακτητικό πόλεμο, εκείνον της Τσετσενίας -που ποτέ δεν βλέπουμε στην ταινία-, μας δίνει μια άλλη, ζοφερή εικόνα των αποτελεσμάτων της ανθρώπινης τρέλας, για την οποία ο κάθε κατακτητής έχει πάντα τις δικές του δικαιολογίες.

Η Αλεξάνδρα της ταινίας (έξοχη, απολαυστική και ταυτόχρονα συγκινητική στον ρόλο η Γκαλίνα Βισνέφσκαγια) είναι μια μοναχική γυναίκα που αποφασίζει να επισκεφθεί για μερικές μέρες τον εγγονό της, επαγγελματία στρατιωτικό στην Τσετσενία. Στο ρωσικό στρατόπεδο, η Αλεξάνδρα περιφέρεται στις σκηνές και στα φυλάκια, όπου έρχεται σ' επαφή με έναν διαφορετικό κόσμο, εκείνον των ανδρών, και ιδιαίτερα των φαντάρων -πιο σωστά, ίσως, «φαντασμάτων»- που απλά υπηρετούν τη θητεία τους. Φαντάρων που αν και δεν λένε πολλά, φαίνονται στα πρόσωπά τους η κούραση αλλά και η αγωνία των ανθρώπων που βρίσκονται σ' έναν κατακτητικό πόλεμο και που νοσταλγούν την επιστροφή στην πατρίδα - η φωτογραφία, το ντεκόρ και η μουσική τονίζουν μια θλιβερή, εξώκοσμη εικόνα, λες και βρίσκεσαι ήδη σ' ένα νεκροταφείο του πολέμου. Η ίδια ατμόσφαιρα κυριαρχεί και στην επίσκεψη της Αλεξάνδρας στη γειτονική αγορά της τσετσενικής πόλης Γκρόζνι, όπου γνωρίζει γυναίκες τού «άλλου» στρατοπέδου και κυρίως μια πρώην δασκάλα, που τώρα πουλάει τσιγάρα και γλυκά στην αγορά και η οποία τη φιλοξενεί για λίγο στο σπίτι της, σε μια μισογκρεμισμένη από τους βομβαρδισμούς πολυκατοικία.

Μέσα από απλά, όμορφα και εικαστικά έξοχα πλάνα, ο Σοκούροφ εξερευνά, με το ιδιόμορφο στιλ του, πρόσωπα και καταστάσεις, με σκηνές απλές αλλά πάντα εύστοχες, που μένουν χαραγμένες στη μνήμη. Παράδειγμα, οι σκηνές της άφιξης της Αλεξάνδρας, στη διάρκεια της νύχτας, στο στρατόπεδο, μέσα από την ομίχλη και με μια ηχητική μπάντα που δημιουργεί μια αλλόκοτη ατμόσφαιρα, μοιάζουν να βγήκαν από την «Καρδιά του σκότους» του Κόνραντ - με όλα τα μέσα -φωτογραφία, φωτισμούς και ντεκόρ- να τονίζουν τη θλιβερή, απόκοσμη ατμόσφαιρα, λες και παρακολουθούμε νεκρά πρόσωπα που περιφέρονται σε νεκροταφείο.

Αν και ο Σοκούροφ αποφεύγει να εξετάσει ή να σχολιάσει άμεσα τον πόλεμο αυτόν της χώρας του, η ματιά του, μέσα από το πρόσωπο της Αλεξάνδρας, είναι ματιά ανθρωπιστική -στην πραγματικότητα, ματιά συμφιλίωσης ύστερα από τη φρίκη ενός παράλογου, απαράδεκτου πολέμου. Γι' αυτό και η σκηνή όπου η Αλεξάνδρα αγκαλιάζεται με μερικές γυναίκες από την Τσετσενία -αναμφίβολα η πιο συγκινητική- τονίζει την επαφή ανάμεσα στις δύο πλευρές και την άμβλυνση των διαφορών ανάμεσα στις κουλτούρες και τις πολιτικές διαφορές τους. Επαφή που μόνον οι γυναίκες κατορθώνουν: κατανόηση και αλληλεγγύη ανάμεσά τους, πρόσωπα που μοναδικός τους πόθος είναι το τέλος ενός άδικου πολέμου κι η ανταλλαγή των όπλων με τη γνώση, όπως αναφέρει σε μια σκηνή η Αλεξάνδρα - εκδοχή μιας σύγχρονης Λυσιστράτης ή, όπως το τοποθετεί ο ίδιος ο Σοκούροφ, «ταινία αλληλοκατανόησης και ότι η ζωή πρέπει να συνεχιστεί».
Ελευθεροτυπία